- χαλκός
- ὁ χαλκός медь, бронза
Древнегреческо-русский учебный словарь. - С-П.: "Нотабене". 1997.
Древнегреческо-русский учебный словарь. - С-П.: "Нотабене". 1997.
χαλκός — copper masc nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χάλκος — χαλκός copper masc/fem nom sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαλκός — Χημικό στοιχείο με σύμβολο Cu· ανήκει στην πρώτη ομάδα, δεύτερη υποομάδα του περιοδικού συστήματος των στοιχείων, έχει ατομικό αριθμό 29, ατομικό βάρος 63,54, δύο σταθερά ισότοπα (Cu63 και Cu65) και 9 ραδιενεργά, από αριθμό μάζας 58 έως 68.… … Dictionary of Greek
χαλκός — ο χημικό στοιχείο, μέταλλο, χάλκωμα … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Οὐ πῦρ, οὐ σίδηρος οὐδὲ χαλκὸς εἴργει μή φοιτᾶν ἐπὶ δείπνον. — См. Сквозь огонь и воду … Большой толково-фразеологический словарь Михельсона (оригинальная орфография)
χαλκοί — χαλκός copper masc nom/voc pl χαλκόω turn to bronze pres subj mp 2nd sg χαλκόω turn to bronze pres ind mp 2nd sg χαλκόω turn to bronze pres subj act 3rd sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαλκούς — χαλκός copper masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαλκόν — χαλκός copper masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χαλκόφι — χαλκός copper masc dat pl (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χάλκα — χαλκός copper neut nom/voc/acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χάλκοιο — χαλκός copper masc/fem/neut gen sg (epic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)